αισιοδοξία ή οπτιμισμός

αισιοδοξία ή οπτιμισμός
Κοσμοθεωρία που δέχεται ότι ο κόσμος είναι ωραίος και καλός, όπως η ψυχική διάθεση που βλέπει τα πράγματα από την καλή τους πλευρά και ελπίζει ότι όλα θα έχουν καλό τέλος. (Φιλοσ.) Ως φιλοσοφικός όρος (optimismus, από τη λατ. λέξη optimus που σημαίνει βέλτιστος) χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τους ιησουίτες το 1737 σε περιοδικό τους σύγγραμμα που εκδιδόταν στη γαλλική πόλη Τρεβού. Η γαλλική Ακαδημία δέχτηκε τον όρο το 1762. Με την κοσμολογική-μεταφυσική σημασία ο όρος σημαίνει ότι ο κόσμος που υπάρχει, ως δημιούργημα του Θεού, είναι ο καλύτερος από τους δυνατούς να υπάρξουν. Ο Λάιμπνιτς δεν αρνείται την ύπαρξη του κακού στον κόσμο, αλλά τη θεωρεί απαραίτητη για την αρμονική διάταξη του συνόλου. Με την οντολογική σημασία ο όρος δηλώνει ότι καθετί που υπάρχει στο σύμπαν είναι καλό και αγαθό. Όλοι οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι, ο Πλάτωνας, ο Αριστοτέλης, ο Δημόκριτος, ο Επίκουρος, οι Στωικοί είναι αισιόδοξοι. Το ίδιο και οι νεότεροι φιλόσοφοι Τζορντάνο Μπρούνο, Λάιμπνιτς, Σπινόζα, Καντ, Σλαϊερμάχερ, Γιακόμπι, Σέλινγκ, Γκέτε κ.ά. Με την πολιτιστική σημασία ο όρος σημαίνει ότι η εξέλιξη του πολιτισμού προάγει την ανθρωπότητα συνέχεια προς το καλύτερο. Αισιόδοξοι με αυτή την έννοια είναι ο Λέσινγκ, ο Χέρντερ, ο Φίχτε, ο Χέγκελ και ο Μαρξ. (Θεολ.) Ο χριστιανισμός, όπως φαίνεται από τις διδασκαλίες της χριστιανικής θρησκείας σχετικά με τον κόσμο και τον προορισμό του ανθρώπου, ασπάζεται την αισιόδοξη αντίληψη. Ο κόσμος ως δημιούργημα του Θεού, που είναι αρχή κάθε αγαθού, είναι σε όλα τέλειος. Με το προπατορικό αμάρτημα και την πτώση των πρωτοπλάστων διαταράσσεται η απόλυτη τάξη και αρμονία, αλλά με την ευεργετική επέμβαση του Θεανθρώπου ο άνθρωπος θα ελευθερωθεί ολοκληρωτικά από την αμαρτία και τον θάνατο και θα επιστρέψει κοντά στον δημιουργό του. Η χριστιανική α., όπως φαίνεται, βασίζεται στην πίστη ότι και το κακό στο τέλος γίνεται το βασικό αίτιο για την επικράτηση του καλού.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • αισιοδοξία — η 1. το να ελπίζει κανείς σε ένα ευνοϊκό αίσιο μέλλον 2. φιλοσοφική κοσμοθεωρία, κατά την οποία ο κόσμος βρίσκεται σε άριστη κατάσταση και το καλό εξουσιάζει σ αυτόν, οπτιμισμός. [ΕΤΥΜΟΛ. < αισιόδοξος απόδοση στα Ελληνικά (κατά τον 19ο αι.)… …   Dictionary of Greek

  • οπτιμισμός — ο (λ. λατ.), φιλοσοφικός όρος που δηλώνει την αισιοδοξία (αντίθ. πεσιμισμός, απαισιοδοξία) …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • απαισιοδοξία — Στάση απέναντι στη ζωήπου εκφράζεται με το να αντιμετωπίζει κανείς τα πάντα από την κακή τους όψη.Λέγεται και πεσιμισμός, από τη λατινική λέξη pessimus που σημαίνει χείριστος, κάκιστος. Ως φιλοσοφική θεωρία, αντίθετα μετην αισιοδοξία (οπτιμισμός) …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”